Ἐπετειολόγιο
21-3-630
Ὁ Αὐτοκράτορας Ἠράκλειος ἐπαναφέρει στά Ἱεροσόλυμα τόν Τίμιο Σταυρό.
Ἁγιολόγιο
- Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁμολογητὴς ἐπίσκοπος
- Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
- Οἱ Ἅγιοι Φιλήμων καὶ Δομνῖνος
- Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος ἐπίσκοπος Κατάνης
- Ὁ Ὅσιος Σεραπίων ὁ Σιδώνιος
- Ἡ Ἁγία Μαρία «ἡ ἐν Πέργῃ»
- Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδής
- Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας (†1800)
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁμολογητὴς ἐπίσκοπος
Ἀσκητὴς ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος, διακρίθηκε γιὰ τὴν καθαρὴ ζωὴ καὶ τὴν ὁλόψυχη προσήλωσή του στὰ διδάγματα καὶ τὶς ἐντολὲς τῆς πίστης. Ἀναδείχθηκε ἐπίσκοπος στὰ χρόνια τῶν εἰκονομάχων καὶ διώχθηκε σκληρά, μέχρι τοῦ σημείου νὰ στερηθεῖ ἀκόμα καὶ αὐτὸ τὸ ψωμί. Ἀλλὰ ὅλη ἡ στέρηση καὶ ἡ κακοπάθεια ποὺ ὑπέστη, δὲ λύγισε καθόλου τὸ φρόνημά του. Ἔμεινε σταθερὸς μέχρι τὴν τελευταία του πνοή, ἐνθυμούμενος τὰ λόγια του Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν: «Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ». Σύ, λοιπόν, κακοπάθησε σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Πρόκειται γιὰ τὸ Θωμᾶ τὸν Α´ ποὺ διαδέχτηκε τὸν Πατριάρχη Κυριακὸ στὶς 23 Ἰανουαρίου τοῦ 607. Ὁ Θωμᾶς αὐτὸς χειροτονήθηκε διάκονος καὶ προήχθη σὲ Σακελλάριο ἀπὸ τὸν προκάτοχο τοῦ Κυριακοῦ, Ἰωάννη τὸ Νηστευτῆ. Ἡ ὑπόληψη καὶ ἡ ἐκτίμηση τοῦ ἁγνοῦ ἐκείνου ἄνδρα πρὸς τὸν Θωμᾶ, ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη μαρτυρία τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ὑπόλοιπης ἀρετῆς του. Ὁ Πατριάρχης Θωμᾶς Α´, ἔκτισε στὸ Πατριαρχεῖο, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν ἁγία Σοφία, τὸν μέγα τρίκλινο, ποὺ ἀπὸ τ᾿ ὄνομά του ὀνομάστηκε «Θωμαΐτης», καὶ ἀπὸ κάτω του ἦταν ἡ βιβλιοθήκη τοῦ Πατριαρχείου. Στὴν ἁγνότητα καὶ τὴν φιλευσπλαχνία τῆς προσωπικῆς του ζωῆς, πρόσθεσε τὴν δόξα τοῦ ἀγωνιστῆ καὶ ἀκοίμητου φύλακα τῆς ὀρθόδοξης ἀλήθειας. Πέθανε δὲ τὴν 20η Μαρτίου τοῦ 610 καὶ κηδεύτηκε τὴν 22α τοῦ ἴδιου μήνα, ἡμέρα Κυριακή.
Κατάγονταν καὶ οἱ δυὸ ἀπὸ τὴν Ῥώμη καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τῆς μεγάλης καὶ σκληρῆς πάλης τῆς εἰδωλολατρίας κατὰ τοῦ χριστιανισμοῦ. Μὲ τὴν φλόγα τοῦ ζήλου τους γιὰ τὸν Χριστό, πήγαιναν σὲ διάφορες πόλεις τῆς Ἰταλίας καὶ κήρυτταν τὸν αἰώνιο λόγο τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Συνελήφθησαν καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδειραν ἀνελέητα, κατόπιν τοὺς φυλάκισαν. Ἀλλ᾿ ἡ ἀφοσίωσή τους στὴ χριστιανικὴ πίστη ἐξακολουθοῦσε ἀκέραια, καὶ ἔτσι κάτω ἀπὸ τὰ ξίφη τῶν δημίων ἀξιώθηκαν τοῦ μαρτυρικοῦ στεφάνου.
Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος ἐπίσκοπος Κατάνης
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Ὅταν πῆγε μαζί του στὴ Δύση, χειροτονήθηκε ἀπ᾿ αὐτὸν ἐπίσκοπος Κατάνης τῆς Σικελίας. Ἐκεῖ ὁ Βήρυλλος, ποίμανε μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸ ποίμνιό του καὶ ἔφερε ἀρκετοὺς στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἐπίσης ἀξιώθηκε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Κάποτε λοιπόν, ὑπῆρχε μία πηγὴ στὴν Κατάνη, ποὺ ἔβγαζε πικρὸ νερό. Ὁ Ἅγιος διὰ τῆς προσευχῆς του, μετέβαλε τὸ πικρὸ νερό, σὲ γλυκό. Ὅταν εἶδε τὸ θαῦμα αὐτὸ κάποιος φανατικὸς εἰδωλολάτρης, πίστεψε στὸν Χριστό, καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν ἀρκετοὶ ἄλλοι. Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα καὶ τὸ λείψανό του ἐνταφιάστηκε μὲ τιμὲς στὴν Κατάνη, ὅπου μέχρι σήμερα ἀναβλύζει μύρο καὶ θεραπεύει ἀσθένειες σ᾿ αὐτοὺς ποὺ προσέρχονται σ᾿ αὐτὸ μὲ πίστη.
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σιδῶνα καὶ ἔζησε κυρίως στὴν Αἴγυπτο, ὅπου ἔλαμπε μεταξὺ τῶν ἀσκητῶν της. Ἀποδείχτηκε κορυφαῖος στὰ ἔργα ἐλεημοσύνης. Δὲν ἔδωσε μόνο ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, προκειμένου νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ἀσκητικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ κατόπιν ἐξακολουθοῦσε τὴν φιλάνθρωπη ζωή του μὲ θαυμαστὸ τρόπο. Μοίραζε στοὺς φτωχοὺς ὅσα εὐσεβεῖς χριστιανοὶ τοῦ ἔδιναν γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἡ δὲ ἀγάπη του στοὺς στερημένους τὸν ὠθοῦσε σὲ ὑπερβολές. Τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴν ἐπέκταση τοῦ Εὐαγγελίου, ἐκδηλώθηκε μὲ σπάνιο τρόπο. Ὅταν τὸν ἔπιαναν οἱ λῃστὲς γιὰ νὰ τὸν πουλήσουν σὰν δοῦλο, αὐτὸς μὲ τὴν πειθὼ ποὺ τὸν διέκρινε, ἔκανε τοὺς λῃστὲς δούλους Χριστοῦ. Κάποτε ὅμως τὸν πούλησαν σὲ κάποιον Λακεδαιμόνιο πρόκριτο, ποὺ μαζὶ μὲ τὴν οἰκογένειά του πρέσβευε τὴν αἵρεση τῶν Μανιχαίων. Στὴν ἀρχὴ ὁ αἱρετικὸς ἐνέπαιξε τὸν Σεραπίωνα, ὁ ὁποῖος ὅμως ἀνταπέδωσε μόνο ὑπομονὴ καὶ γλυκύτητα. Μετὰ δυὸ χρόνια ὁ δοῦλος νίκησε τὸν κύριο, ὁ ὁποῖος οἰκογενειακὰ προσῆλθε στὴνὈρθοδοξία. Ἔπειτα ὁ Σεραπίων πῆγε στὴν Ἀθήνα, ὅπου κέρδισε πολλὲς ψυχές. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Ῥώμη, ὅπου κατόρθωσε νὰ φέρει στὴν ἐγκράτεια πολλοὺς κοιλιόδουλους. Τελικὰ ὅμως ἐπέστρεψε στὴν ἀγαπημένη του ἔρημο καὶ ἐκεῖ πέθανε εἰρηνικὰ σὲ βαθιὰ γεράματα, ἀξιομίμητο παράδειγμα στοὺς ἐκεῖ μοναχούς.
Ἄγνωστη ἡ μάρτυς αὐτὴ στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Δ 25 φ. 64 α, καθὼς καὶ ἡ ᾀσματική της Ἀκολουθία, ποὺ ἡ ἀκροστιχίδα τοῦ Κανόνα της ἀρχίζει: «Δέχου τὸν ὕμνον εὐμενῶς μακαριωτάτη». Μᾶλλον εἶναι ποίημα τοῦ Θεοφάνους καὶ ἐξυμνεῖται σὰν καλλίνικος μάρτυς.
Κανονικά, σύμφωνα μὲ τὴν ἡμέρα του μαρτυρίου του 21 Μαρτίου 1547, ἔπρεπε νὰ ἑορτάζεται αὐτὴ τὴν ἡμέρα ὁ Ἅγιος. Τὸ Μ. Εὐχολόγιο ὅμως, ἄγνωστο πώς, ἀναφέρει τὴν μνήμη του 10 Μαρτίου 1544, ὅπου καὶ παραθέτουμε τὴν βιογραφία του.