5 Ἰουνίου

Ἐπετειολόγιον

5-6-1825

Ὁ Ὀδυσσέας Ἀνδροῦτσος δολοφονεῖται στήν Ἀκρόπολή τῆς Ἀθήνας.

5-6-1896

Ἀποβίβαση τοῦ ἀνταρτικοῦ σώματος τοῦ Μακεδόνα Ὁπλαρχηγοῦ Ἀθανασίου Μπρούφα, στή σκάλα Ἐλευθεροχωρίου τοῦ Θερμαϊκοῦ.

Ἁγιολόγιον


Ὁ Ἅγιος Δωρόθεος, Ἱερομάρτυρας, ἐπίσκοπος Τύρου

Ἦταν ποιμένας ποὺ εἶχε «τὴν μόρφωσιν τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἀληθείας ἐν τῷ νόμῳ». Δηλαδή, τὴν ἀκριβὴ γνώση καὶ ἀλήθεια, ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ Νόμο, στὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη. Ὅταν ξέσπασε ὁ φονικὸς διωγμὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ, τὸ ποίμνιό του, προκειμένου νὰ χάσει τὸν πολύτιμο ποιμένα του, μὲ θερμὲς παρακλήσεις κατάφερε καὶ τὸν ἔπεισε νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸν τόπο τῶν διωγμῶν. Ἀποχώρησε στὴ Δυσσό, πόλη τῆς Θρᾴκης, καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε μέχρι νὰ περάσει ὁ ἄγριος αὐτὸς διωγμός. Ὅταν πέρασε ἡ μπόρα τοῦ διωγμοῦ, ἐπανῆλθε στὸ ποίμνιό του καὶ μὲ ὅλη τὴν πατρικὴ στοργὴ ποὺ τὸν διέκρινε, στήριζε στὴν πίστη τοὺς ἀδυνάτους καὶ πρωτοστατοῦσε στὴ βοήθεια τῶν χηρῶν, ὀρφανῶν, ἀσθενῶν καί, γενικά, τῶν θλιβομένων. Ἔζησε πολλὰ χρόνια. Πρόλαβε μέχρι καὶ τὴν βασιλεία τοῦ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη. Οἱ εἰδωλολάτρες, ὅμως, ποὺ ἦταν προστατευόμενοι αὐτοῦ τοῦ αὐτοκράτορα, ἔπιασαν τὸ Δωρόθεο καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν ἀνελέητα τὸν σκότωσαν. Ἔτσι κέρδισε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Τότε ὁ Δωρόθεος ἦταν 107 χρονῶν. Σήμερα σῴζεται ἐκκλησιαστικὸ σύγγραμμά του, γιὰ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. (Ἡ μνήμη του, σὲ ὁρισμένους Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 9η Ὀκτωβρίου).


Οἱ Ἅγιοι 10 Μάρτυρες, Μαρκιανός, Νίκανδρος, Ἀπόλλων, Ὑπερέχιος, Λεωνίδης, Ἄρειος, Γοργίας, Σελληνιάδα, Εἰρήνη καὶ Πάμβων

Ὅλοι μαζὶ ἀποτελοῦσαν μία ὁμάδα χριστιανῶν, ποὺ ἤξεραν ὄχι μόνο νὰ πιστεύουν, ἀλλὰ καὶ νὰ πάσχουν, πρόθυμα καὶ εὐχάριστα γιὰ τὸ Χριστό. Τοὺς κατήγγειλαν στὸν εἰδωλολάτρη ἔπαρχο τῆς Ἀλεξανδρείας, καὶ ὁμολόγησαν θαῤῥαλέα τὴν πίστη τους. Μάταια αὐτὸς ἔλπιζε ὅτι θὰ μποροῦσε νὰ ἐκφοβίσει τουλάχιστον τὶς γυναῖκες, καὶ νὰ τὶς πείσει νὰ προσφέρουν θυσία στὰ εἴδωλα. Ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλὲς συντρίφτηκαν μπροστὰ στὴ σταθερότητα τῆς πίστεως τῶν γυναικῶν καὶ γρήγορα διδάχτηκε, ὅτι ὁ σταυρὸς μπορεῖ ν᾿ ἀναδεικνύει καὶ γυναῖκες γενναιότερες ἀπὸ ἄνδρες. Τότε ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ θανατωθοῦν ὅλοι διὰ πείνας καὶ δίψας. Μέρες ὁλόκληρες ἔμειναν νηστικοὶ καὶ γυμνοί, ἐκτεθειμένοι στὸν ψυχρὸ χειμῶνα. Προκλητικότατα οἱ στρατιῶτες ἔπιναν καὶ ἔτρωγαν τὰ καλύτερα φαγητὰ μπροστά τους. Αὐτοὶ ὅμως, μὲ θερμὴ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ δέηση πρὸς τὸν Χριστό, ἀντιμετώπιζαν τὴν φρικτὴ καὶ ὑπεράνθρωπη δοκιμασία. Τελικά, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, πέθαναν ἀπαρασάλευτοι στὴν πίστη τους, ψάλλοντες τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.


Ὁ Ἅγιος Πλούταρχος, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου

Βλέπε σχετικῶς Α.Χ.Ε.Χ.


Ὁ Ἅγιος Χριστοφόρος ἀπὸ τὴν Ῥώμη

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


Ὁ Ἅγιος Κόνων ἀπὸ τὴν Ῥώμη

Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.


Ὁ Ἅγιος Νόννος

Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο σελ. 95. Γιορτάζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων στὸν ναό, ποὺ βρίσκεται στὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν.


Στοὺς συναξαριστὲς ἀναφέρεται ὅτι, τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τῆς μετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡμῖν φοβερᾶς ἀπειλῆς καὶ ἀνάγκης, ἐν τῇ τῶν βαρβάρων ἐπιδρομῇ, ὅτε μέλλοντας πάντας ἡμᾶς ὑπ᾿ αὐτῶν δικαίως αἰχμαλωτίζεσθαι καὶ φόνῳ μαχαίρας παραδίδοσθαι, ὁ οἰκτίρμων καὶ φιλάνθρωπος Θεός, διὰ σπλάχνα ἐλέους Αὐτοῦ, παρ᾿ ἐλπίδα πάντας ἡμᾶς ἐλυτρώσατο.


Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ποὺ μαρτύρησε στὴ Χίο

Γεννήθηκε στὴ Σμύρνη. Ὁ πατέρας του καταγόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ὀνομαζόταν Χατζῆ-Κωνσταντῆς, ἡ δὲ μητέρα του ἀπὸ τὴν Σμύρνη καὶ ὀνομαζόταν Μαρία. Ὁ ἴδιος παντρεύτηκε τὸ ἔτος 1788. Μπλέχτηκε ὅμως στὴν Ἔφεσο μὲ μία ξένη χριστιανὴ γυναῖκα, τοὺς ἔπιασε ἐπ᾿ αὐτοφώρῳ ὁ Ἀγᾶς καὶ στὸ κριτήριο μπροστὰ ἀρνήθηκαν τὸν Χριστό. Ὁ Μᾶρκος, γρήγορα αἰσθάνθηκε τύψεις συνειδήσεως γιὰ τὴν ἐξωμοσία του, πῆγε μὲ δάκρυα καὶ ἐξομολογήθηκε σὲ κάποιο πνευματικό, ὁ ὁποῖος τοὺς διευκόλυνε νὰ φύγουν στὴ Σμύρνη. Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐπιβιβάστηκαν σὲ πλοῖο ποὺ πήγαινε στὴν Τεργέστη, τὸ 1792, ἀποβιβάστηκαν στὴ Βενετία, ὅπου χρίστηκαν μὲ Ἅγιο Μύρο, κοινώνησαν καὶ παντρεύτηκαν. Ἀργότερα, ὁ Μᾶρκος, ἀφοῦ περιπλανήθηκε σὲ διάφορους τόπους, ἀποφάσισε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ ἐπέστρεψε στὴ Χίο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Ἔφεσο. Στὴν πόλη αὐτὴ συνάντησε τὸν πνευματικό του καὶ ἐξομολογήθηκε τὸν πόθο του, ἀλλ᾿ ὁ πνευματικός του τὸν ἀπέτρεψε, λόγω ἀνοικοδομήσεως τοῦ νέου Ναοῦ καὶ τοῦ πρόσφατου τότε μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρα Γεωργίου· οἱ Τοῦρκοι ἦταν πολὺ ἐξαγριωμένοι καὶ θὰ γκρέμιζαν τὸν Ναὸ αὐτό. Ὁπότε ὁ μάρτυς ἀναγκάσθηκε νὰ ἐπιστρέψει στὴ Χίο. Ἐκεῖ, ἀφοῦ προσευχήθηκε καὶ κοινώνησε τῶν ἀχράντων μυστηρίων, πῆγε στὸ κριτήριο, ὅπου μὲ θάῤῥος κήρυξε τὴν χριστιανική του πίστη. Παρὰ τὶς κολακεῖες τοῦ κριτῆ, ὁ μάρτυρας παρέμεινε ἀμετάπειστος. Τότε τὸν ἔκλεισαν στὴ φυλακή, ὅπου ὑπέστη σκληρὰ καὶ ἀνελέητα βασανιστήρια. Ὅταν γιὰ δεύτερη φορὰ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, ὁ Μᾶρκος καὶ πάλι ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Οἱ Τοῦρκοι ἐξαγριωμένοι τὸν γκρέμισαν ἀπὸ τὶς σκάλες καὶ τὸν ἔκλεισαν πάλι στὴ φυλακή, ὅπου αὐτὴ τὴν φορὰ τὸν βασάνισαν ἀκόμα πιὸ φρικτά. Ἀλλ᾿ ὁ Μᾶρκος, ἀντὶ νὰ γογγύζει, ἔψαλλε εὐχαριστημένος. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Χίου, ὅταν ἔμαθαν τὴν ὑπομονὴ τοῦ μάρτυρα, ἄρχισαν νὰ νηστεύουν καὶ νὰ προσεύχονται στὸν Θεό, γιὰ νὰ τὸν ἐνισχύσει στὸν μαρτυρικό του ἀγῶνα. Ὁ Μᾶρκος ἀφοῦ κοινώνησε καὶ πάλι τῶν ἀχράντων μυστηρίων μέσα στὴ φυλακή, γιὰ τρίτη φορὰ ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν κριτή. Ὁπότε τὸν ὁδήγησαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 5 Ἰουνίου 1801, ἡμέρα Τετάρτη καὶ ὥρα 02.00 τὸ πρωὶ στὴ Χίο. Τότε ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ τῆς Χίου ἔψαλλαν ὕμνους εὐχαριστήριους στὸν Θεὸ γιὰ τὴν λαμπρὴ μαρτυρία τοῦ Νεομάρτυρα Μάρκου.


Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Γιαροσλαβίδης ὁ Δούκας (Ῥῶσος)


Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ἐπίσκοπος Τύρου

Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του, ἀναφέρει γιὰ τὸν ὅσιο αὐτό, τὰ ἑξῆς: « Ἄγνωστος εἰς τοὺς Συναξαριστὰς καὶ τὰ Μηναῖα ἀναφέρεται εἰς τὸν Πατμιακὸν κώδ. 266, οὕτω: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἄθλησις τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοδώρου. Οὗτος ἐπίσκοπος γεγονὼς Τύρου, ἀρχαῖος ἀνὴρ καὶ πνευματοφόρος ἐν τοῖς χρόνοις Λικινίου καὶ Κωνσταντίνου γεγονώς. Οὗτος ἐπὶ διωγμοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, καταλιπὼν τὴν ἰδίαν παροικίαν, ἀπείη ἐν τῇ Ὀδυσσουπόλει κἀκεῖ διεσώθη καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τῶν τυράννων κατέλαβε τὴν ἰδίαν πόλιν Τύρον καὶ ἦν ἰθύνων τὴν ἐκκλησίαν μέχρι Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου· καὶ πάλιν κατέλαβε τὴν Ὀδυσσούπολιν καὶ πολλοὺς κινδύνους ὑπομείνας ταῖς βασάνοις ἐναπέθανεν ἐν γήρει βαθυτάτω, ζήσας ρζ´ ἔτη. Οὗτος καὶ συγγράμματα καταλέλοιπε, γέγονε δὲ καὶ πολὺς τὸ διὰ τὴν εὐφυΐαν καὶ ἐπιμέλειαν, ῥωμαϊκήν τε καὶ ἑλληνικὴν γλῶσσαν ἐπισταμένος».


Ὁ Ἅγιος Boniface (Ἅγιος Γερμανίας)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστοφόρου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.