Ἐπετειολόγιο
26-3-1821
Ὁ Πρόκριτος τῆς περιοχῆς Γαστούνης Γεώργιος Σισίνης κηρύσσει τῆν Ἐπανάσταση στήν περιοχή του.
26-3-1821
Οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ Ἀχαϊκού ἤ Ἐπαναστατικού Διευθυντηρίου (Ἐπίσκοπος Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, Ανδρέας Ζαΐμης, Ἀνδρέας Λόντος, Μπενιζέλος Ροῦφος) ἐπιδίδουν ἀνακοίνωση στούς προξένους τῶν ξένων Δυνάμεων τῆς Πάτρας, μέ τήν ὁποία τούς γνωστοποιοῦν τήν κήρυξη τῆς Ἑλληνικής Ἐπαναστάσεως.
26-3-1946
Ἡ Ἐπιτροπή γιά τίς ἐξωτερικές ὑποθέσεις τῆς Αμερικανικῆς Γερουσίας, γιά δεύτερη φορά, ἐγκρίνει μέ ψήφισμά της τίς ἑλληνικές διεκδικήσεις στή Βόρεια Ἤπειρο.
Ἁγιολόγιο
- Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
- Οἱ Ἅγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴ Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢ Ἀαθούσης) καὶ Οὐίρκας (ἢ Οὐήρικας) μὲ τοὺς δυὸ γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶ Ἀρπύλας ὁ μοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας, Ἁγνὸς (ἢ Ἀγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢ Ἠσκόης), Σύλλας, Σίγητζας (ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊμβλᾶς, Ὀέρμας (ἢ Ὀέρθας), Φίλγας καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ Βάρκα), Μωίκω, Μαμίκα, Οὐΐρκω (ἢ Οὐήκω) καὶ Ἀνιμαΐς
- Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶ ἄλλοι σαράντα (40) ἀπὸ τὴν Ἀνατολή
- Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁμολογητής, ἡγούμενος Τρίγλιας
- Διήγηση ὠφέλιμη Μάλχου μοναχοῦ, ποὺ αἰχμαλωτίστηκε
- Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ
- Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας
- Ὁ Ἅγιος Πούλιος ὁ Ἀναγνώστης
Γαβριὴλ σημαίνει ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Στὴν Ἁγία Γραφή, τὸν ἀρχάγγελο αὐτὸ τοῦ Θεοῦ συναντᾶμε μία φορὰ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ δυὸ φορὲς στὴν Καινή. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, μᾶς τὸν παρουσιάζει ὁ Δανιὴλ σὲ μία ὅρασή του (Η´ 16-17), ὅταν ζητάει ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν ἐξήγησή της. Ἐκεῖ παρουσιάζεται μπροστά του κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ὁ Γαβριήλ, καὶ τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι τὸ κριάρι μὲ τὰ δυὸ κέρατα σήμαινε τοὺς βασιλεῖς τῆς Μηδίας καὶ τῆς Περσίας. Ὁ δὲ τριχωτὸς τράγος, τὸ βασιλιὰ τῆς Ἑλλάδας. Στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ στέλνεται στὸ Ζαχαρία (Λουκ. Α´, 11-19) καὶ τοῦ ἀναγγέλλει ὅτι ἡ γυναῖκα του Ἐλισάβετ θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Ὁ Γαβριήλ, ἐπίσης, εἶναι αὐτὸς ποὺ εὐαγγελίζεται στὴν Παρθένο Μαρία τὴν ἄσπορη σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Σωτῆρα Χριστοῦ.
Οἱ Ἅγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴ Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢ Ἀαθούσης) καὶ Οὐίρκας (ἢ Οὐήρικας) μὲ τοὺς δυὸ γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶ Ἀρπύλας ὁ μοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας, Ἁγνὸς (ἢ Ἀγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢ Ἠσκόης), Σύλλας, Σίγητζας (ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊμβλᾶς, Ὀέρμας (ἢ Ὀέρθας), Φίλγας καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ Βάρκα), Μωίκω, Μαμίκα, Οὐΐρκω (ἢ Οὐήκω) καὶ Ἀνιμαΐς
Ἔζησαν στὰ χρόνια του βασιλιᾶ τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου καὶ βασιλέως τῶν Ῥωμαίων Γρατιανοῦ (375-383). Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ κάηκαν ζωντανοὶ ἀπὸ τὸν προαναφερθέντα βασιλιὰ τῶν Γότθων. Τότε συνέβη καὶ κάτι τὸ ἀξιοσημείωτο. Κάποιος χριστιανός, ἔφερε στὴν Ἐκκλησία πρόσφορο, ἀλλὰ ἐκείνη τὴν στιγμὴ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ ἀφοῦ ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ ἔγινε ὁ ἴδιος πρόσφορο στὸν Θεό, παίρνοντας τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου μέσα στὸ καμίνι τῆς φωτιᾶς.
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶ ἄλλοι σαράντα (40) ἀπὸ τὴν Ἀνατολή
Ὑπῆρξαν ὅλοι στὰ χρόνια τῶν διωγμῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες. Ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς πίεζαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἐπανέλαβαν πολλὲς φορὲς τὴν ὁμολογία τους καὶ δήλωσαν, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ λιποτακτοῦσαν ἀπὸ τὴν σημαία τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀπελπισμένος ὁ δικαστής, διέταξε νὰ διανοίξουν τὶς πλευρές τους. Ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ βασανιστήριο στάθηκε ἀνίσχυρο νὰ μεταβάλει τὴν ἀφοσίωσή τους στὸν Χριστό, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό τους.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁμολογητής, ἡγούμενος Τρίγλιας
Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἀρμενίου (813-820). Ἀφοσιώθηκε μὲ θέρμη στὴν ἀσκητικὴ ζωή, καὶ δὲν ἄργησε νὰ διακριθεῖ γιὰ τὴν ὑπέροχη ἀρετή του. Σὰν ἡγούμενος τῆς μονῆς Τρίγλιας, διακρίθηκε ὄχι μόνο γιὰ τὴν συνετὴ καὶ χρηστὴ διοίκησή του, ἀλλὰ καὶ διότι φρόντιζε μὲ ζῆλο γιὰ τὸ πνευματικὸ μέρος τῆς μοναστηριακῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι καὶ ὁ κυριότερος σκοπός της. Ἀλλ᾿ ὅταν ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ε´ ἐξέδωσε διαταγὲς ἐναντίων τῶν ἁγίων εἰκόνων, τότε ὁ ἡγούμενος Στέφανος ἄφησε τὸ μοναστήρι του καὶ κατέβηκε στὶς πόλεις. Ἐκεῖ στήριζε τοὺς διωκόμενους καὶ ἐνίσχυε τὴν ἄκαμπτη ἀντίστασή τους. Γιὰ τὶς ἐνέργειές του αὐτὲς συνελήφθη καὶ ὑποβλήθηκε σὲ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες. Μέσα δὲ σ᾿ αὐτὲς τὶς κακοπάθειες, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. (Ἡ μνήμη του ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 3η Σεπτεμβρίου).
Διήγηση ὠφέλιμη Μάλχου μοναχοῦ, ποὺ αἰχμαλωτίστηκε
Μὲ δυὸ λόγια ἡ διήγηση αὐτὴ ἔχει ὡς ἑξῆς: ὁ Μάλχος, ποὺ ἦταν μοναχὸς σὲ κάποιο μοναστήρι, ἔκανε παρακοὴ στὸν Γέροντά του καὶ ξεκίνησε γιὰ τὴν πατρίδα του τὴν Μαρώνεια τῆς Συρίας, γιὰ νὰ παραλάβει τὴν κληρονομιὰ τῶν πεθαμένων γονιῶν του. Στὸ δρόμο τὸν συνέλαβαν Σαρακηνοὶ καὶ μαζὶ μὲ μία γυναῖκα τοὺς πούλησαν σ᾿ ἕναν Αἰθίοπα. Ἐκεῖ ὁ Μάλχος ἔδειξε ἄριστο παράδειγμα ὑπηρέτου. Καὶ ὁ κύριος του γιὰ νὰ τὸν ἀνταμείψει, τοῦ πρότεινε νὰ παντρευτεῖ τὴν συναιχμάλωτό του γυναῖκα. Ὁ Μάλχος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι μοναχὸς καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπεται νὰ παντρευτεῖ. Ὁ Αἰθίοπας ὅμως τὸν ἀπείλησε καὶ ἔτσι ὁ Μάλχος ἔκανε εἰκονικὸ γάμο μὲ τὴν γυναῖκα αὐτή. Κάποια νύχτα, κατόρθωσαν καὶ δραπέτευσαν, ἀλλ᾿ ὁ Αἰθίοπας μαζὶ μ᾿ ἕναν ὑπηρέτη του τοὺς κυνήγησαν. Αὐτοὶ γιὰ νὰ σωθοῦν μπῆκαν σὲ μία σπηλιά, ποὺ ἦταν γεμάτη ἄγρια θηρία. Ἔκαναν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὰ θηρία δὲν τοὺς ἄγγιξαν καθόλου. Μόλις ὅμως μπῆκε στὴ σπηλιὰ ὁ Αἰθίοπας μὲ τὸν ὑπηρέτη του, γιὰ νὰ σφάξουν τὸν Μάλχο μὲ τὴν γυναῖκα, ὅρμησε μία λέαινα καὶ τοὺς κατασπάραξε. Τότε ὁ Μάλχος μὲ τὴν γυναῖκα, ἀφοῦ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους, ἡ μὲν γυναῖκα μπῆκε σὲ γυναικεῖο μοναστήρι, ὁ δὲ Μάλχος γύρισε στὸ δικό του, συλλογιζόμενος ὅτι ἡ παρακοὴ τὸν ὁδήγησε σὲ ἄσχημες περιπέτειες, καὶ πὼς ὁ ἀσφαλέστερος δρόμος εἶναι αὐτὸς τῆς ὑπακοῆς.
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ
Ἡ βιογραφία του σῴζεται χειρόγραφη στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας καὶ κάποτε βρέθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Ἐκεῖ πῆγε σὲ κάποιο Ἀγαρηνὸ τοξοποιὸ γιὰ νὰ φτιάξει τὸ τόξο του. Σὲ κάποια στιγμὴ ὅμως ὁ Ἀγαρηνὸς τοξοποιὸς ἔβρισε τὸν Χριστὸ καὶ ὁ Γεώργιος μὲ δυνατὴ φωνὴ τοῦ εἶπε ὅτι, «μέγας μόνος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν...». Αὐτὸ ἄκουσαν οἱ ἐκεῖ παρευρισκόμενοι Τοῦρκοι, ὅρμησαν ἐπάνω του καὶ τὸν χτύπησαν σκληρά. Κατόπιν τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ γενναῖος Γεώργιος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Τότε ἀκολούθησε μία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων καὶ αὐστηρῆς ἀπομόνωσης. Κατόπιν μὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες προσπάθησαν νὰ κάμψουν τὸ φρόνημά του, ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ Γεώργιος, ποὺ ἦταν ἐγγράμματος, μὲ εὔστοχες ἀπαντήσεις ὁμολογοῦσε τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τελικὰ τὴν Μ. Τρίτη στὶς 26 Μαρτίου 1437 τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ μὲ φρικτὸ τρόπο καὶ ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἦταν σὲ ἡλικία 30 χρονῶν.