13 Μαΐου

Ἁγιολόγιον


Ἡ Ἁγία Γλυκερία

Γεννήθηκε στὴν Τραϊανούπολη τὸν 2ο αἰῶνα μ.Χ., ὅταν αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Ἀντωνῖνος. Ἡ Γλυκερία ἦταν χριστιανὴ καὶ τὸ ἔδειχνε μὲ ἔργα στὴ ζωή της. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ ἡγεμόνας Σαβίνος, τὴν συνέλαβε καὶ μὲ ἐκβιαστικὸ τρόπο προσπάθησε νὰ τὴν κάνει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἡ Γλυκερία, ἀφοῦ προσευχήθηκε στὸ Χριστό, γκρέμισε καὶ συνέτριψε τὸ εἴδωλο τοῦ Δία. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες τὴν λιθοβόλησαν μὲ μανία. Ἀλλὰ καμιὰ πέτρα δὲν ἄγγιξε τὴν Γλυκερία, καὶ τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψουν στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὶ εἰδωλολάτρες. Ἀφοῦ τὴν βασάνισαν μὲ πολλοὺς τρόπους, τελικὰ τὴν ἔριξαν τροφὴ σὲ ἕνα ἄγριο θηρίο, ποὺ ναὶ μὲν δὲν τὴν κατασπάραξε, ἀλλὰ τὸ δάγκωμα ποὺ κατάφερε σ᾿ αὐτὴ προκάλεσε μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες τὸ θάνατό της. Τὸ λείψανό της ἐνταφιάσθηκε στὴν Ἡράκλεια. Ἔτσι ἡ Γλυκερία, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔμεινε πιστὴ χριστιανὴ μέχρι τέλους. Καὶ σὲ ὅλους ἐμᾶς, ὑπενθυμίζει τὰ λόγια του Θεοῦ, «γίνου πιστὸς ἄχρι θανάτου, καὶ δώσω σοὶ τὸν στέφανον τῆς ζωῆς». Δηλαδή, φρόντιζε νὰ γίνεσαι πιστός, ἀποφασισμένος καὶ θάνατο ἀκόμα νὰ ὑποστεῖς γιὰ τὴν πίστη σου αὐτή. Καὶ θὰ σοῦ δώσω σὰν στεφάνι τῶν ἀγώνων σου τὴν αἰώνια ζωή.


Ὁ Ἅγιος Λαοδίκιος ὁ δεσμοφύλακας

Αὐτὸς ἦταν δεσμοφύλακας ὅταν ἡ Ἁγία Γλυκερία ἦταν στὴ φυλακή. Κατηχήθηκε ἀπ᾿ αὐτὴ στὴ Χριστιανικὴ πίστη, ἔγινε χριστιανός, ὁμολόγησε τὴν πίστη του καὶ μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισμοῦ.


Ὁ Ὅσιος Σέργιος ὁ Ὁμολογητής

Καταγόταν ἀπὸ ἐπίσημη καὶ εὐσεβὴ οἰκογένεια. Ὁ τότε εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Θεόφιλος, δὲν δίστασε νὰ συμπεριλάβει στοὺς διωγμοὺς ποὺ ἔκανε, μαζὶ μὲ τοὺς μοναχούς, καὶ οἰκογενειάρχες. Ἔτσι καὶ ὁ Σέργιος, καταγγέλθηκε σὰν ἔνθερμος ὑποστηρικτὴς τῶν ἁγίων εἰκόνων. Τὸν ἔφεραν λοιπὸν μπροστὰ στὸν αὐτοκράτορα, καὶ αὐτὸς προσπάθησε μὲ κάθε τρόπο νὰ ἀλλάξει τὸ φρόνημα τοῦ Σεργίου. Μάταια ὅμως. Ὁ Σέργιος μὲ σταθερότητα εἶπε, ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ εὐχαριστήσει τὸν βασιλιά του, προδίδοντας τὸν μεγάλο Βασιλιὰ ὅλης τῆς δημιουργίας, Ἰησοῦ Χριστό. Τότε ὁ Θεόφιλος, δήμευσε ὅλα τὰ ὑπάρχοντα τοῦ Σεργίου καὶ τὸν φυλάκισε. Κατόπιν ἐξορίστηκε μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκα του Εἰρήνη καὶ τὰ παιδιά του. Ὅλοι τους φτωχοὶ πλέον, ὑπέφεραν πολλὲς ταλαιπωρίες. Δὲν μετάνοιωσαν ὅμως, ἀλλὰ ἦταν εὐχαριστημένοι διότι δοκιμάζονταν καὶ ὑπέφεραν χάρη τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸν Σέργιο βρῆκε ὁ θάνατος, μακριὰ ἀπὸ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ παιδιά του. Καὶ πέθανε μὲ τὴν πεποίθηση, ὅτι αὐτὸς ἔπρεπε νὰ πεθάνει καὶ ὅτι ἡ οἰκογένειά του ἦταν εὐτυχισμένη, διότι εἶχε νὰ ἐπιδείξει παθήματα χάρη τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστό.


Ὁ Ὅσιος Παυσίκακος ἐπίσκοπος Συνάδων

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μαυρικίου (582-602). Εἶχε γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐπίσημους στὸ γένος. Ἀπὸ μικρὸς στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν εἰλικρινὴ πίστη του καὶ τὴν ἄμεμπτη ζωή του, σπούδασε ὄχι μόνο Θεολογία, ἀλλὰ καὶ ἰατρικὴ γιὰ νὰ τὴν ἐξασκήσει δωρεὰν ὑπὲρ τῶν φτωχῶν. Ὅταν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Κυριακός (595-606), ἐκτιμῶντας τὶς μεγάλες ἀρετὲς τοῦ Παυσίκακου, τὸν ἔπεισε νὰ καταταχθεῖ στὸν ἱερὸ κλῆρο καὶ ἔπειτα τὸν ἀνέδειξε ἐπίσκοπο Συνάδων. Ἀπὸ τὴν νέα του θέση ὁ Παυσίκακος ἐργάστηκε γιὰ τὴν καλύτερη στερέωση τῶν πιστῶν καὶ τὴν ἐξαφάνιση τῶν αἱρέσεων ἀπὸ τὴν ἐπαρχία του, χρησιμοποιῶντας τὴν εὐεργετικὴ καὶ θαυμάσια μάχαιρα τῆς διδασκαλίας τοῦ θείου λόγου. Ὁ βασιλιὰς Μαυρίκιος τὸν εἶχε περὶ πολλοῦ, ἐπειδὴ τὸν θεράπευσε ἀπὸ σοβαρότατη ἀσθένεια, καὶ ἀπὸ εὐγνωμοσύνη καθιέρωσε γιὰ τὴν ἐπισκοπή του ἐτήσιο χρηματικὸ βοήθημα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά, μοχθῶντας γιὰ τὴν ἐπισκοπή του μέχρι τελευταίας του πνοῆς.


Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἱερομάρτυρας, ἐπίσκοπος Τιβεριανῶν

Ἐδῶ γίνεται κάποια σύγχυση σχετικῶς μὲ τὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ. Στοὺς Συναξαριστὲς εἶναι καταχωρημένος χωρὶς ὑπόμνημα. Ἀλλὰ μᾶλλον πρόκειται περὶ τοῦ Ἀλεξάνδρου, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Λαυριωτικὸς Κώδικας 1170 φ. 2386 λέει, ὅτι ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ῥώμης Μαξιμιανοῦ καὶ ἦταν στρατιώτης στὸ στράτευμα τοῦ κόμη Τιβεριανοῦ, ποὺ βρισκόταν στὴν ἐπισκοπὴ Κεντουλλες ἢ Κεντουλίνες ἢ Κέλλες, ἀπὸ τὴν ὁποία καὶ καταγόταν. Μὲ τὸ πέρασμα τῶν χρόνων, οἱ διάφοροι συγγραφεῖς βιογραφιῶν ἁγίων, τὸν μεταμόρφωσαν σὲ ἐπίσκοπο καὶ ἀπὸ τὸ τάγμα τῶν Τιβεριανῶν, ποὺ ἦταν καταταγμένος, πῆρε καὶ τὸν τίτλο τῆς ἀνύπαρκτης ἐπισκοπῆς (βλέπε 14 Μαΐου).


Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ὁ Πρεσβύτερος

Ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Μονῆς Ἔφαψεως καὶ ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ἀσκητικὴ καὶ ὅσια, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ὁρισμένοι Συναξαριστὲς μαζί του, ἀναφέρουν καὶ τὴν μνήμη κάποιου ὁσ. Ἀγαπίου).


Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου Παντανάσσης στὸ νησὶ τῆς Ἁγίας Γλυκερίας (στὰ Τούζλα)


Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος, ὁ Νέος κτήτορας τῆς Μονῆς Ἰβήρων Ἁγίου Ὄρους

Ἔζησε στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 10ου αἰῶνα καὶ ἀρκετὰ χρόνια του 11ου. Τὸ 965 ἦλθε καὶ κατοίκησε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἀθανάσιο τῆς Μονῆς Λαύρας, ὁ σύμβουλος τοῦ βασιλιᾶ τῆς Γεωργίας (Ἰβηρίας) Δαυὶδ Κουροπαλάτη, Ἰωάννης Βαρασβατσέ. Μετὰ ἀπὸ λίγο ἔφερε καὶ τὸν γιό του Εὐθύμιο, καθὼς καὶ ἄλλους ἐπίσημους Γεωργιανοὺς καὶ ἔγιναν ὅλοι μοναχοί. Ἐπειδὴ ὅμως τοὺς εἶχε παραχωρηθεῖ μικρὸς χῶρος, ὁ πνευματικός τους προϊστάμενος Ἰωάννης Βαρασβατσὲ ἀνέλαβε τὴν πρωτοβουλία νὰ ἱδρύσουν ἀνεξάρτητο μοναστήρι. Πρᾶγμα ποὺ ἔγινε μὲ τὴν ἀρωγὴ τοῦ βασιλιᾶ Βασιλείου τοῦ Βουλγαροκτόνου, καὶ ὀνομάστηκε Μονὴ Ἰβήρων, διότι οἱ κτήτορές της ἦταν Ἴβηρες (Γεωργιανοί). Τὸ 998 (κατ᾿ ἄλλους τὸ 1003), ποὺ πέθανε ὁ Ἰωάννης ὁ Ἴβηρας, τὸν διαδέχθηκε ὁ γιὸς καὶ συνεργάτης του Εὐθύμιος. Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἀσχολήθηκε μὲ ἐπιτυχία στὴ διοίκηση τῆς Μονῆς, ἐπίσης μὲ πολὺ ζῆλο καλλιέργησε τὴν πνευματικὴ ζωὴ τῶν ἀδελφῶν τῆς Μονῆς, δίνοντας αὐτὸς πρῶτος τὸν ἑαυτό του τέλειο ὑπόδειγμα σὲ κάθε ἀρετή. Τόση ἦταν ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του, ὥστε ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος τοῦ πρότεινε τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῆς Κύπρου, ἀλλὰ ὁ Εὐθύμιος προτίμησε τὸ ἀγαπημένο του Μοναστήρι καὶ ἔτσι δὲν δέχθηκε τὴν πρόταση τοῦ αὐτοκράτορα. Τὸ 1028 πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ Ἁγιορείτικες ὑποθέσεις, ὅπου καὶ πέθανε στὶς 13 Μαΐου, ὁ ἐνάρετος καὶ εὐσεβὴς αὐτὸς ἄνδρας.


Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ἴβηρ

Ἦταν πατέρας τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Ἴβηρ

Ἦταν συγγενὴς καὶ διάδοχος στὴ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ὁ Ὅσιος Γαβριήλ ὁ Ἴβηρ

Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἄκουσε θεία φωνὴ καὶ ἔβγαλε ἀπὸ τὴν θάλασσα τὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας Πορταΐτισσας. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Οἱ Ἅγιοι Μοναχοὶ Ἰβηρίτες Ὁσιομάρτυρες

Οἱ ὅσιοι αὐτοὶ ἀγωνίζονταν ἀσκητικὰ στὴν ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων κατὰ τὸ 1280, ὅταν βασιλιὰς ἦταν ὁ Μιχαὴλ Η´ Παλαιολόγος (1259-1289) καὶ Πατριάρχης ὁ Ἰωάννης ΙΑ´ ὁ Βέκκος (1275-1282). Τότε λοιπόν, οἱ Λατινόφρονες (παπικοί), γύριζαν τὰ διάφορα μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους γιὰ νὰ πείσουν τοὺς μοναχοὺς ν᾿ ἀκολουθήσουν τὴν πλάνη τους. Ὅταν ἦλθαν καὶ στὴ Μονὴ Ἰβήρων, οἱ Πατέρες αὐτοὶ τῆς Μονῆς δὲν τοὺς δέχτηκαν καὶ τοὺς ἔδιωξαν. Ὁπότε οἱ Λατῖνοι, διέταξαν νὰ συλληφθοῦν ὅλοι. Καὶ τοὺς μὲν καταγόμενους ἀπὸ τὴν Ἰταλία κράτησαν σὰν σκλάβους, τοὺς δὲ ὑπόλοιπους ἔπνιξαν στὴ θάλασσα καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.


Ὁ Ἅγιος Μακάριος ἱερομάρτυρας, ὁ θαυματουργός, Ῥῶσος (†1653)