9 Ἰουνίου

Ἐπετειολόγιον

9-6-1920 

Ἀρχίζει ἡ προέλαση τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ στή Μ. Ἀσία.

Ἁγιολόγιον


Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ Συναξαριστή του ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἅγιος Κύριλλος ἔζησε ἐπὶ βασιλείας Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ καὶ γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ 370 μ.Χ. Ἀνεψιὸς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου ὁ Κύριλλος, ἔλαβε μεγάλη θεολογικὴ μόρφωση, ὥστε ἔγινε κατόπιν διάδοχος τοῦ θείου του, στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο Ἀλεξανδρείας. Ὅταν ἔγινε ἡ Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος τὸ 431 μ.Χ. στὴν Ἔφεσο, ὁ Κύριλλος ὑπῆρξε πρόεδρος αὐτῆς καὶ συνετέλεσε νὰ γκρεμιστοῦν οἱ κακοδοξίες τοῦ δυσσεβοὺς Νεστορίου, γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου. Μὲ πολλὰ πνευματικὰ κατορθώματα στὸ ἐνεργητικό του, ὁ Κύριλλος παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο τὴν 27η Ἰουνίου τοῦ 444 μ.Χ., ἀφοῦ πατριάρχευσε γιὰ 32 περίπου χρόνια. Ἐκεῖνο, ὅμως, ποὺ χαρακτήριζε ἰδιαίτερα τὴν ζωή του Ἁγίου Κυρίλλου, ἦταν ἡ ἀρετή του, ποὺ μᾶς θυμίζει τοὺς λόγους τοῦ σοφοῦ Παροιμιαστῆ, ὅτι ἡ «δικαιοσύνη ἀμώμους ὀρθοτομεῖ ὁδούς». Ἡ ἀρετή, δηλαδή, χαράσσει ἄψογο καὶ εὐθὺ τὸ δρόμο τῶν ἀνθρώπων. Καὶ ἔπειτα, «ὁ πεποιθὼς τὴν ἑαυτοῦ ὁσιότητι δίκαιος», ποὺ σημαίνει, ἐκεῖνος ποὺ στηρίζεται στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγνότητα τῆς καρδιᾶς, θὰ εἶναι δίκαιος καὶ εὐλογημένος μπροστὰ στὸ Θεό.


Οἱ Ἁγίες Θέκλα, Μαριαμνή, Μάρθα, Μαρία καὶ Ἐνναθὰ οἱ πέντε κανονικὲς Παρθένες

Στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν Σαθωρίου (330), ζοῦσε κάποιος Ἱερέας, Παῦλος ὀνομαζόμενος, κοντὰ σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνομαζόταν Ἄζα. Ἦταν πλούσιος καὶ φιλοχρήματος, καὶ εἶχε μαζί του καὶ πέντε κανονικές, δηλαδὴ παρθένες, μοναχές, ποὺ ἦταν στολισμένες μὲ τὴν λαμπρότητα τῶν ἀρετῶν. Αὐτὸς λοιπόν, ἱερουργοῦσε καὶ συνέψαλλε μ᾿ αὐτές, καὶ ὅσα χρήματα ἔδιναν σ᾿ αὐτὸν οἱ κανονικές, αὐτὸς τὰ θησαύριζε γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ὅταν ὅμως ἔγινε γνωστό, ὅτι ὁ πρεσβύτερος Παῦλος ἦταν πλουσιότατος, οἱ Πέρσες ζήτησαν, μὲ τὴν ἀπειλὴ ὅτι θὰ τὸν θανατώσουν, ἢ νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὸς καὶ οἱ μαζὶ μ᾿ αὐτὸν παρθένες τὴν θρησκεία του, ἢ νὰ παραδώσει τοὺς θησαυρούς του. Αὐτὸς τότε, προτίμησε τὸν πλοῦτο καὶ δέχτηκε τὴν θρησκεία τῶν Περσῶν. Τὶς δὲ παρθένες, ποὺ ἀρνήθηκαν ν᾿ ἀκολουθήσουν τὸ προδοτικὸ παράδειγμά του καὶ ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό, ἔσφαξε ὁ ἴδιος με τὰ χέρια του. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸς δὲν πρόλαβε νὰ χαρεῖ τὸν πλοῦτο του. Οἱ Πέρσες προκειμένου νὰ πάρουν καὶ τοὺς θησαυρούς του, τὸ ἑπόμενο βράδυ τὸν ἔπνιξαν. (Ἡ μνήμη τους, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 26η Σεπτεμβρίου).


Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἐπίσκοπος Προῦσας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Δὲν ὑπάρχουν ἄλλα βιογραφικά του στοιχεῖα, μόνον ἁγιογραφία του.


Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος (Ῥῶσος)

Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Τσερνάφσκα στὶς 10 Ἰανουαρίου τοῦ 1815 στὴν ἐπαρχία Ὀρλώφ, ἀπὸ πατέρα Ἱερέα. Κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Γεώργιος Βασίλιεβιτς Γοβόρωφ. Μετὰ τὰ πρῶτα του γράμματα μπῆκε στὸ Σεμινάριο τοῦ Ὀρλὼφ (1831-37) καὶ ἀργότερα ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου (1837-41). Τὸ 1841 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ σὲ λίγους μῆνες Ἱερέας. Διορίστηκε καθηγητὴς τῆς Ἠθικῆς, τῆς Φιλοσοφίας, τῆς Ψυχολογίας, τῆς Λογικῆς καὶ τῶν Λατινικῶν σὲ διάφορες σχολὲς καὶ ἀκαδημίες. Τὸ 1847 ἦλθε στὰ Βαλκάνια καὶ γιὰ ἑπτὰ χρόνια μελετᾷ τὸν ἑλληνορθόδοξο μοναχισμό. Τὸ 1857 ἔγινε πρύτανης τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Πετρουπόλεως καὶ συγχρόνως ἐπιθεωρητὴς τῶν θρησκευτικῶν. Τὸ 1859 χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τῆς ἐπαρχίας Ταμπὼφ καὶ ἀργότερα ἀναλαμβάνει τὴν ἕδρα τῆς ἐπαρχίας Βλαδιμήρ. Τὸ 1866, μετὰ 25 χρόνια πολύπλευρης καὶ καρποφόρας ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἀφήνει τὴν ἐπαρχία του καὶ κλείνεται σ᾿ ἕνα φτωχικὸ κελλὶ στὴν ἔρημο Βισένκ. Ἐκεῖ θὰ ζήσει ἔγκλειστος τὰ ὑπόλοιπα 28 χρόνια τῆς ζωῆς του. Ὑπῆρξε πολυγραφότατος καὶ τὰ συγγράμματά του εἶναι κλασικὰ καὶ χωρίζονται σὲ ἠθικά, ἑρμηνευτικὰ καὶ μεταφραστικά. Πέθανε τὸ 1894 καὶ ἡ Ῥωσικὴ Ἐκκλησία τὸν ἁγιοποίησε μετὰ ἕνα αἰῶνα.


Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


Ὁ Ὅσιος Κῦρος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Οἱ Ἁγίες Τρεῖς παρθενομάρτυρες ἀπὸ τὴν Χίο

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.


Οἱ Ἅγιοι Ὀρέστης, Διομήδης καὶ Ῥοδίων ἢ Ῥοδὼν

Ἄγνωστοι στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Ἀναφέρονται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye χωρὶς βιογραφικὸ σημείωμα. Σὲ Κώδικες, ὅπως τὸν 1575 φ. 112 τῆς Παρισινῆς Βιβλιοθήκης, τὸν 11 τῆς Μονῆς Λειμῶνος (ff. 38v-44r) καὶ τὸν Δ 10 φ. 15 τῆς Λαύρας, ὑπάρχει κοινὴ Ἀκολουθία τους ἀπὸ τὸν Ὑμνογράφο Ἰωσήφ. Τὴ μνήμη τους ἀναγράφει καὶ ὁ ὑπ᾿ ἀριθ. 53 Κώδικας τῶν Βλατέων.


Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Θαυματουργὸς ἐν τῇ λαϊκῇ λίμνῃ (Ῥῶσος)


Ὁ Ἅγιος Columba (Σκωτσέζος)

Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς Ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστοφόρου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.