Ἐπετειολόγιον
25-8-1898
Σφάζονται 700 Ἕλληνες, ὁ Ἄγγλος Πρόξενος καί 14 Ἄγγλοι, στό Ἡράκλειο τῆς Κρήτης, γιά νά καταπνιγεῖ ἡ κρητική φωνή ὑπέρ τῆς ἑνώσεως μέ τήν Ἑλλάδα.
25-8-1921
Ἡ στρατιά Μικρᾶς Ἀσίας, ἀφοῦ δεν μπόρεσε νά διασπάσει τήν τουρκική τοποθεσία τοῦ Σαγγάριου, μεταπίπτει σέ κατάσταση ἄμυνας.
Ἁγιολόγιον
- Ὁ Ἅγιος Βαρθολομαῖος ὁ Ἀπόστολος (Ἀνακομιδὴ ἱεροῦ λειψάνου του)
- Ὁ Ἅγιος Τίτος ὁ Ἀπόστολος ἐπίσκοπος Γόρτυνος Κρήτης
- Ὁ Ἅγιος Σάββας Βενεθάλων
- Οἱ Ἅγιοι Ἐπιφάνιος, Ἰωάννης καὶ Γεννάδιος ὁ Σχολάριος Ἀρχιεπίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως
- Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
- Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος
Ὁ Ἅγιος Βαρθολομαῖος ὁ Ἀπόστολος (Ἀνακομιδὴ ἱεροῦ λειψάνου του)
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Βαρθολομαῖος μαρτύρησε μὲ σταυρικὸ θάνατο στὴν Ἀρμενία. Τὸ ἅγιο λείψανό του οἱ χριστιανοὶ τὸ ἔβαλαν μέσα σὲ μία πέτρινη θήκη καὶ τὸ ἔκρυψαν στὴν Οὐρβανούπολη. Ἐπειδή, ὅμως, ἡ θήκη γιάτρευε πολλὲς ἀσθένειες, συνέρεαν σ᾿ αὐτὴ πλήθη λαοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες, ὅταν βρῆκαν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία, πέταξαν τὴν θήκη στὴ θάλασσα, μαζὶ μὲ ἄλλες τέσσερις θῆκες μαρτύρων. Τότε ἔγινε κάτι τὸ θαυμαστό. Ἡ θήκη μὲ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Βαρθολομαίου, συνοδεία τῶν ἄλλων τεσσάρων θηκῶν, ἀφοῦ πέρασαν τὴν Μαύρη Θάλασσα, τὰ στενά του Ἑλλησπόντου, τὸ Αἰγαῖο πέλαγος καὶ τὸ Ἀδριατικό, ἔφθασαν ἀριστερὰ τῆς Σικελίας, στὸ νησὶ Λιπαρά. Ἔπειτα, οἱ θῆκες ποὺ συνόδευαν τὴν θήκη τοῦ Ἁγίου Βαρθολομαίου πῆγε ἡ κάθε μία σὲ διαφορετικοὺς τόπους τῆς Ἰταλίας. Τότε λοιπόν, ὁ Ἅγιος του Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε στὸν ἐπίσκοπο τῆς Λίπαρος Ἀγάθωνα, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ κατέβηκε στὴν παραλία καὶ εἶδε τὴν θήκη, ἔμεινε ἐκστατικός. Μὲ σεβασμὸ τότε, συνόδευσαν τὴν θήκη μὲ τὸ ἅγιο λείψανο ἐκεῖ ὅπου θαυματουργικὰ ὑπέδειξε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ καὶ ὅπου κτίστηκε μεγαλοπρεπὴς ναός. Δίκαια, ἔτσι, μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς: «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ». Θαυμαστὸς εἶναι ὁ Θεὸς στὶς προστασίες ποὺ παρέχει στοὺς Ἁγίους Του, ποὺ εἶναι ἀφοσιωμένοι σ᾿ Αὐτόν.
Ὁ Ἅγιος Τίτος ὁ Ἀπόστολος ἐπίσκοπος Γόρτυνος Κρήτης
Ὁ Τίτος ἦταν Ἕλληνας στὴν καταγωγή, καὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριμένους ὅσον ἀφορᾶ τὴν μόρφωση καὶ τὸ γένος. Ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, μὲ τὸν ὁποῖο καὶ συνεργάστηκε γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀκολούθησε τὸν ἀπ. Παῦλο στὴ δεύτερη ἄνοδό του στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ κατόπιν ἐπιφορτίσθηκε μὲ ἀποστολὴ στὴν Κόρινθο, γιὰ νὰ δεῖ ἀπὸ κοντὰ τὴν κατάσταση τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας. Ὅταν ἐπέστρεψε συνάντησε τὸν ἀπ. Παῦλο στὴ Μακεδονία. Ἔπειτα μαζί του, περίπου τὸ ἔτος 58, πῆγαν στὴν Κρήτη, ὅπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατέστησε τὸν Τίτο ἐπίσκοπο γιὰ νὰ κηρύξει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐγκαταστήσει σ᾿ ὅλο τὸ νησὶ πρεσβύτερους. Ἀπὸ τὴν δεύτερη πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολὴ μαθαίνουμε, ὅτι ὁ Τίτος πῆγε καὶ στὴ Δαλματία, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ σκοπό. Ὁ Παῦλος ἔστειλε καὶ τὴν γνωστὴ πρὸς Τίτον ἐπιστολή, ἀπὸ τὴν ὁποία μαθαίνουμε, ὅτι ὁ Ἕλληνας μαθητής του τιτλοφορεῖται ἀπ᾿ αὐτὸν «τέκνον του γνήσιον». Ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἐπίσης, μαθαίνουμε ὅτι ὁ Τίτος εἶχε λαμπροὺς συνεργάτες στὴν Κρήτη, δηλαδὴ τὸν Ζήνα τὸν νομικὸ καὶ τὸν περίφημο Ἀπολλώ. Ὁ Τίτος πέθανε στὴν Κρήτη, κατὰ τὸ ἔτος 105 μετὰ Χριστόν.
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα 631 (10ος - 11ος αἰών) ὡς ἑξῆς: «Τίτου καὶ κατάθεσις λειψάνου Βαρθολομαίου ἐν Σηκῷ τῆς Λιπάρεως καὶ τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σάβα Βενεθάλων» (Βλ. Τιμοθέου Θέμελη, Τὰ Μηναῖα ἀπὸ τοῦ ια´ - ιγ´ αἰῶνος, σελ. 115).
Οἱ Ἅγιοι Ἐπιφάνιος, Ἰωάννης καὶ Γεννάδιος ὁ Σχολάριος Ἀρχιεπίσκοποι Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἔπιφανιος ἔγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως μετὰ τὸν παρακάτω Ἰωάννη τὸν Β´. Πατριάρχευσε 15 χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 535. Διάδοχός του ἔγινε ὁ Ἄνθιμος ὁ αἱρετικός. Ὁ δὲ Ἰωάννης ὁ Β´ ἔγινε Πατριάρχης μετὰ τὸν Τιμόθεο καὶ ἔμεινε στὸν θρόνο δυὸ χρόνια καὶ δέκα μῆνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 520 καὶ ἄφησε διάδοχό του τὸν παραπάνω Ἐπιφάνιο. Ὅσο γιὰ τὸν ἅγιο Γεννάδιο τὸν Σχολάριο, εἶναι ὁ πρῶτος Πατριάρχης μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἡ πρώτη πατριαρχία του ἦταν ἀπὸ τὸ 1453-1456 καὶ ἡ δεύτερη ἀπὸ τὸ 1458-1463.
Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἀνέβηκε στὸν θρόνο τὸ 536, ἐπὶ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανοῦ τοῦ μεγάλου. Χειροτονήθηκε Πατριάρχης ἀπὸ τὸν Πάπα Ρώμης Ἀγαπητό, μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ αἱρετικοῦ Ἀνθίμου. Ἐπὶ τῆς Πατριαρχείας τοῦ Μηνᾶ συγκροτήθηκε καὶ ἡ Ε´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος (553). Πατριάρχευσε 16 χρόνια καὶ ἕξι μῆνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ ἀφοῦ ποίμανε καλὰ τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ.
Δὲν ἔχουμε πολλὲς πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Ἔζησε μᾶλλον τὸν 7ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ στοὺς ναοὺς τοῦ νησιοῦ Κάρπαθος, ὑπάρχουν πολλὲς τοιχογραφίες καὶ φορητὲς εἰκόνες τοῦ Ἰωάννη σὰν Ἁγίου. Κατατάχθηκε ἐπίσημα στὸ Ὀρθόδοξο Ἁγιολόγιο στὶς 20 Αὐγούστου 1985. Λέγεται ὅτι εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ ἔργου «Πρὸς τοὺς ἀπὸ τῆς Ἰνδίας προτρέψαντας μοναχοὺς παρακλητικός», (σὲ 100 κεφάλαια), ποὺ περιέχεται στὴ Φιλοκαλία.