4 Ἀπριλίου

Ἐπετειολόγιον

4-4-1913

Θάνατος τῶν πρώτων Ἑλλήνων ἀεροπόρων.

Συναξαριστής:

Ἁγιολόγιον


Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Μαλαιό

Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀγάπησε ὁλόψυχα τὸν Κύριο. Ἐπειδὴ ὅμως οἱ γονεῖς του, παρὰ τὴν θέλησή του, θέλησαν νὰ τὸν παντρέψουν, ὁ Γεώργιος ἔγινε μοναχὸς καὶ ἐπιδόθηκε μὲ ὅλη του τὴν δύναμη σὲ κάθε εἴδους ἄσκηση, δηλαδὴ νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη τῶν θείων Γραφῶν καὶ ἄλλα. Πολλοὶ ποὺ προσέτρεχαν στὸν Ὅσιο, φωτίζονταν καὶ ἐπέστρεφαν διὰ τῆς μετανοίας στὸν Χριστό. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἦταν πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν, δὲν τὸν ἄφηναν ἥσυχο νὰ προσευχηθεῖ καὶ ὁ Ὅσιος ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος Μαλαιὸ ὅπου ἡσύχαζε. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ μαζεύτηκε πλῆθος Μοναχῶν, τοὺς ὁποίους ὁ Ὅσιος καθοδηγοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ ἄσκηση. Τόσο δὲ πρόκοψε στὴν ἀρετή, ὥστε ἔγινε ξακουστὸς καὶ θαυμαστὸς καὶ στοὺς ἄρχοντες, ἀκόμα καὶ στοὺς βασιλεῖς, στοὺς ὁποίους εἶχε γράψει πολλὲς καὶ ἀξιόλογες συμβουλευτικὲς ἐπιστολὲς γιὰ διάφορα ζητήματα. Τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, προεῖπε ὁ Ὅσιος πρὶν τρία χρόνια. Ἔτσι ἀφοῦ ἀσθένησε γιὰ λίγο, μάζεψε τοὺς μοναχοὺς τοῦ ὄρους Μαλαιοῦ, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε θεῖες συμβουλὲς παρέδωσε τὴν δικαία ψυχή του στὸν Θεό, ποὺ τόσο ἀγάπησε ἀπὸ βρέφος.


Οἱ Ἅγιοι Θεόδουλος καὶ Ἀγαθάπους (ἢ Ἀγαθόπους)

Κατάγονταν καὶ οἱ δυὸ ἀπὸ τὴν νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ, τὴ Θεσσαλονίκη. Ἔζησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῶν διωγμῶν. Ὁ Ἀγαθάποδας ἦταν γέροντας καὶ νεώτερος ὁ Θεόδουλος. Ἀλλὰ ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη τοὺς ἕνωνε ἀδελφικότατα. Μελετοῦσαν μαζὶ τὶς Γραφές, ἐργάζονταν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ μοχθοῦσαν ὑπηρετῶντας τοὺς πάσχοντες καὶ στερημένους ἀδελφούς τους. Κάποια νύχτα, ὅμως, συνέβη κάτι παράδοξο. Εἶδαν καὶ οἱ δυὸ τὸ ἴδιο ὄνειρο. Ὅτι, δηλαδή, ταξίδευαν μὲ πλοῖο καὶ ξαφνικὰ ἔγινε τρικυμία, καὶ τὸ πλοῖο ἔσπασε στὰ δυό. Αὐτοί, ὅμως, σώθηκαν καὶ ἀνέβηκαν σ᾿ ἕνα βουνό, ποὺ ἡ κορυφή του ἔφθανε στὸν οὐρανό. Τὴν ἑπομένη μέρα, τὸ ὄνειρο ἔγινε πραγματικότητα. Τοὺς συλλαμβάνουν καὶ κατάλαβαν ὅτι τοὺς περίμεναν κύματα θανάτου. Ὁ ἄρχοντας Φουστῖνος ζητᾶ νὰ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό. Αὐτοί, καὶ οἱ δυό, Τὸν ὁμολογοῦν μὲ θάῤῥος. Τότε, τοὺς ῥίχνουν στὴ θάλασσα. Στὸ βυθό της, βέβαια, πῆγαν τὰ φθαρτά τους σώματα. Οἱ ψυχές τους, ὅμως, ἀνέβηκαν στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἀξιώθηκαν νὰ φέρουν «ἐπὶ τὰς κεφάλας αὐτῶν στεφάνους χρυσούς». Νὰ ἔχουν, δηλαδή, στὰ κεφάλια τοὺς στεφάνια χρυσά, σύμβολα τῆς νίκης καὶ τοῦ ἐνδόξου θριάμβου τους.


Ἡ Ἁγία Φερφούθη μετὰ τῆς ἀδελφῆς καὶ ἀνιψιᾶς της

Ἔζησαν τὸν 4ο αἰῶνα, στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, καὶ ὅταν βασιλιὰς στὴν Περσία ἦταν ὁ Σαπὼρ ὁ Β´. Ὅταν κάποτε ἡ περσίδα βασίλισσα ἀῤῥώστησε, μερικὲς γυναῖκες ἀπέδωσαν τὴν ἀῤῥώστεια της στὶς μαγικὲς ἐνέργειες τῆς Περσίδας Φερφούθης καὶ τῆς ἀδελφῆς της. Συνελήφθησαν λοιπὸν καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ ἀνάκριση. Ἀπολογήθηκαν ὅτι ἦταν ἐντελῶς ἀθῷες ἀπὸ τέτοιο ἔγκλημα, διότι ἀσπάζονταν τὴν χριστιανικὴ πίστη, ποὺ καταδικάζει τὶς μαγεῖες. Ἡ ἐνοχή τους βέβαια δὲν ἀποδείχτηκε, ἀλλὰ ἡ δήλωση, ὅτι ἦταν χριστιανές, κίνησε τὴν δυσμένεια τοῦ κριτῆ ἐναντίον τους. Ἔτσι, σὰν δῆθεν μάγισσες καὶ σὰν χριστιανές, καταδικάστηκαν σὲ θάνατο. Καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτές, καταδικάστηκε καὶ ἡ κόρη τῆς ἀδελφῆς τῆς Φερφούθης - ἡ ἀνιψιά της δηλαδὴ - ἁπαλὸ ἀκόμη καὶ νεαρότατο κοριτσάκι. Ἡ τερατώδης αὐτὴ καταδίκη, μᾶλλον εὐχαρίστησε τὶς ἅγιες γυναῖκες, διότι ἔπασχαν γιὰ τὸ Χριστό. Ὁ τρόπος τοῦ θανάτου τους ὑπῆρξε ὠμότατος. Τὶς πριόνισαν κάθετα ἀπὸ τὸ λαιμὸ μέχρι τὰ πόδια, καὶ ἔτσι ὅπως ἦταν διχοτομημένα τὰ σώματά τους τὰ κάρφωσαν πάνω σὲ ξύλα.


Ὁ Ὅσιος Πούπλιος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Οἱ Ὅσιοι Θεωνᾶς, Συμεὼν καὶ Φερβῖνος

Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.


Ὁ Ὅσιος Ζωσιμᾶς

Ἀπὸ μικρὸς ἀσκήθηκε σ᾿ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ἀρετῶν. Ἐπισκέφθηκε γύρω στοὺς χίλιους διακρινόμενους γιὰ τὴν ἀρετή τους Ἀσκητές, καὶ ἀπὸ κάθε ἕναν ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔπαιρνε θεοπρεπῆ ὑποδείγματα ἀκριβοῦς καὶ ὀρθῆς ἀσκητικῆς ζωῆς. Μετὰ ἀπὸ μία περίοδο ἡσυχαστικῆς ζωῆς, ὁ Ζωσιμᾶς, πῆγε στὸ Μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου κοντὰ στὸν Ἰορδάνη ποταμό, ὅπου μόναζε μαζὶ μὲ τοὺς ἐκεῖ μοναχούς. Κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὅπως συνήθιζε, βγῆκε στὴν ἔρημο γιὰ περισσότερη ἄσκηση. Ἐκεῖ συνάντησε τὴν Ὁσία Μαρία τὴν Αἰγύπτια, καὶ ἀφοῦ τὴν δίδαξε καὶ τὴν καθοδήγησε, καὶ ὠφελήθηκε καὶ αὐτὸς ἀπ᾿ αὐτή, ἐπέστρεψε στὸ Μοναστήρι του, ὅπου διηγήθηκε στοὺς ἐκεῖ Πατέρες τὸ θαῦμα ποὺ συνάντησε στὴν ἔρημο. Τὸν ἑπόμενο χρόνο, ἐπανῆλθε στὸν τόπο αὐτὸ τῆς ἐρήμου, ὅπου καὶ πάλι συνάντησε τὴν Ὁσία Μαρία τὴν Αἰγύπτια καὶ τὴν μετάλαβε τῶν Ἀχράντων καὶ Ζωοποιῶν τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων. Ὅταν ὅμως καὶ τὸν ἑπόμενο χρόνο ἐπανῆλθε, τὴν βρῆκε νεκρὴ καὶ τὴν κήδευσε. Μετὰ ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, πῆγε καὶ διηγήθηκε τὰ γεγονότα στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, καὶ ἀργότερα τὰ παρέδωσε ἐγγράφως στοὺς μεταγενέστερους γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια. Ὁ Ζωσιμᾶς πέθανε σὲ βαθιὰ γεράματα μέσα στὸ κελλί του, ἀσκούμενος μέχρι τέλους στὴν ἀρετή.


Ὁ Ὅσιος Πλάτων ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου

Ὁ γνωστὸς γιὰ τὴν αὐστηρότητα τῆς ζωῆς του καὶ καθηγητὴς τοῦ ἀσκητισμοῦ Ὅσιος Πλάτων, γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 732 ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς καὶ πλούσιους, τοῦ Στεργίου καὶ τῆς Εὐφημίας. Στὴν ἀρχὴ ἦταν βασιλικὸς Νοτάριος στ᾿ ἀνάκτορα, ἀλλ᾿ ἀπαρνήθηκε τὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ πῆγε στὸν Ὄλυμπο (Μ. Ἀσίας), ὅπου ἔγινε μοναχὸς στὴ Μονὴ τῶν Συμβόλων. Κατόπιν ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ παρέλαβε τοὺς ἀνιψιοὺς τοῦ Θεόδωρο καὶ Ἰωσὴφ (τὸν μετέπειτα μητροπολίτη Θεσσαλονίκης), καθὼς καὶ τὰ λοιπὰ μέλη τῆς οἰκογενείας του καὶ ἀποσύρθηκε στὰ μέρη τῆς Προῦσας, ὅπου σὲ ἰδιόκτητο κτῆμα του ἔκτισε τὴν λεγόμενη Μονὴ τοῦ Σακκουδίωνος, τῆς ὁποίας ἔγινε καὶ ἡγούμενος. Λόγω ὅμως ἀσθενείας του, παρέδωσε τὴν ἡγουμενία στὸν ἀνιψιό του Θεόδωρο. Ἀλλὰ οἱ βαρβαρικὲς ἐπιδρομές, τὸν ἀνάγκασαν μαζὶ μὲ τὸ πνευματικό του ποίμνιο νὰ ἐπιστρέψει στὴ βασιλεύουσα, ὅταν τοῦ δόθηκε ἡ Μονὴ Στουδίου, ἐρημωμένη τότε, γιὰ νὰ τὴν κατοικήσει, τῆς ὁποίας μετὰ τὴν ἀνακαίνιση ἔγινε ἡγούμενος. Ἀτυχῶς, ἀπὸ τὴν αὐστηρότητα τοῦ χαρακτῆρα του, ἦλθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν βασιλιὰ Κων/νο τὸν ΣΤ´, γιὰ τὸν γάμο του μὲ τὴν Θεοδότη καὶ ἐξορίστηκε. Κατόπιν ἀνακλήθηκε καὶ πῆρε ἐνεργὸ μέρος κατὰ τῆς εἰκονομαχίας καὶ ὑπέστη μαζὶ μὲ τοὺς ἀνιψιούς του Θεόδωρο καὶ Ἰωσήφ, συνεχεῖς ἐξορίες καὶ κακουχίες μέχρι ποὺ πέθανε στὶς 4 Ἀπριλίου τοῦ 814.


Ὁ Ὅσιος Θεωνᾶς ποὺ ἀσκήτευσε στὴ Μονὴ Παντοκράτορας Ἁγίου Ὄρους καὶ κατόπιν ἔγινε Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Ποιὰ ἡ Πατρίδα του καὶ ποιοὶ οἱ γονεῖς του δὲν γνωρίζουμε, διότι δὲν διασώθηκαν ἀνάλογες πληροφορίες. Γνωρίζουμε μόνο, ὅτι ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ λόγιους καὶ ἀσκητικώτερους Ἁγιορεῖτες Πατέρες, ποὺ ἔζησε στὸν 16ο αἰῶνα στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ συγκεκριμένα στὴ Μονὴ Παντοκράτορος. Γιὰ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή του, κλήθηκε ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴ Θεσσαλονίκη. Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του, διαδόθηκε σ᾿ ὅλα τὰ περίχωρα καὶ οἱ Θεσσαλονικεῖς μὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία τὸν ἔκαναν Ἀρχιεπίσκοπό τους. Θεοπρεπῶς ἀφοῦ ποίμανε τὸ ποίμνιό του, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1544 ἢ 1545. Τὸ ἱερὸ λείψανό του, ἀποθησαυρίζει ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Ἀναστασίας Φαρμοκολυτρίας καὶ κάνει πολλὰ θαύματα.


Ὁ Νέος Ἱερομάρτυρας Νικήτας

Δὲν εἶναι σαφὴς ἡ ἡμερομηνία τοῦ μαρτυρίου του. Βλέπε βιογραφία τοῦ Α.Χ.Ε.Χ. Ἑορτάζεται πανηγυρικὰ σὰν πολιοῦχος τῆς πόλης τῶν Σεῤῥῶν τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ.


Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Πολύτλας

(Ῥῶσος, 14ος αἰ).